Εισήγηση στην 1η Πανκυκλαδική Συνδιάσκεψη για την σωτηρία της Νησιωτικής Κληρονομιάς μας
-------------------------------------------------
Το
πρώτο ξενοδοχείο φτιάχτηκε με την ίδρυση του ελληνικού κράτους,
το 1828. Το 1929 δημιουργήθηκε ο ΕΟΤ, το 1930 μία
πρώτη σχολή ξενοδόχων και ο πρώτος οδηγός των λίγων ξενοδοχείων
της χώρας, ενώ λίγο αργότερα, το 1933, συστάθηκε η αείμνηστη Τουριστική Αστυνομία.
Από
τον αρχέγονο περιηγητισμό που μας έκανε γνωστούς για κάποιες 50ετίες
και τις σκόρπιες προσπάθειες μιας κάποιας μορφής τουρισμού την περίοδο
του μεσοπολέμου, η χώρα πέρασε στην κούρσα διαμόρφωσης μιας σύγχρονης
τουριστικής υποδομής με την είσοδο στην δεκαετία του ’50 και την επανίδρυση
του ΕΟΤ. Επρόκειτο για μία εντατική προσπάθεια δημιουργίας διάχυτων
υποδομών μικρής και μεσαίας κλίμακας, κατά κύριο λόγο ιδιωτικής
πρωτοβουλίας, οικογενειακού τύπου - δεν ξεχνάμε τα Ξενία -
θεμελιωμένης στις επιδοτήσεις και σε διάφορα φορολογικά κίνητρα,
που θα οδηγήσει - σιγά σιγά - στο γνωστό μοντέλο του μαζικού τουρισμού «ήλιος
και θάλασσα», στα πρόθυρα του 21ου αιώνα.
Επρόκειτο
για ένα μοντέλο χαοτικό, ασυντόνιστο και ατοπικό, με
αποκλειστικό στόχο τη στυγνή εκμετάλλευση των φυσικών πόρων για
την αποκλειστική παραγωγή χρήματος. Ήταν ένα μοντέλο δίχως κανόνες
και δίχως περιορισμούς, με λίγα λόγια απουσία του οποιουδήποτε πλαισίου πολιτικών
που θα έπρεπε να διακανονίσουν την αυστηρή του σχέση του με το κοινωνικό,
το πολιτιστικό και το φυσικό περιβάλλον. Μήπως είναι τυχαίο ότι Υπουργείο
Τουρισμού συστάθηκε μόλις το 1988, καταργήθηκε το ‘91,
επανιδρύθηκε το ‘93, καταργήθηκε εκ νέου το ‘96 και επανιδρύθηκε για
άλλη μια φορά το 2004, διατηρώντας έκτοτε ένα άνευρο, σχεδόν παρασιτικό,
προφίλ ;
Λέγεται
ότι «η αναδουλειά τρώει τη μισή ζωή του ανθρώπου». Και αφού έφαγε μισή ζωή
στην αναδουλειά - καταργώντας και επανιδρύοντας το Υπουργείο το
πρωί και επιδοτώντας - αμέτοχο - το «φτιάξ’ το όπου να ΄ναι και καν’ το όπως
μπορείς» το βράδυ - το πολιτικό σύστημα θεώρησε κάποια στιγμή ότι ήταν
πια αναπόφευκτη η ανάγκη οργάνωσης των ροών του εγχώριου μαζικού
τουρισμού, «στρατηγικά» σχεδιασμένης σύμφωνα με την ορολογία της
εποχής.
Η οργάνωση
του μαζικού τουρισμού έγινε μεν αναγκαία με την είσοδο της χώρας στην οικονομική
κρίση, πριν από μια 15ετία, αλλά τα αποτελέσματα της αποδείχθηκαν μοιραία
: Η επιτακτικότητα εισροής ζωτικών κεφαλαίων σε συνδυασμό
με τη τραγική έλλειψη συνείδησης, γνώσης και οράματος της εγχώριας
πολιτικής, επένδυσαν άμεσα - που αλλού ; - στο πλαδαρό κεφάλαιο του μαζικού
τουρισμού, θεσμοθετώντας άκριτα τα εκτρωματικά ΕΣΧΑΣΕ και ΕΣΧΑΔΑ,
Ειδικά Σχέδία Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων και Ειδικά Σχέδία
Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίων Επενδύσεων, που έμελλε να αναδειχθούν σε ένα από
τους επικινδυνότερους παράγοντες υποθήκευσης της υγειούς «ανάπτυξης»,
της κοινωνικής συνοχής, των τοπικών οικονομιών και της
ακεραιότητας οικοσυστημάτων και φυσικού κεφαλαίου, ως επί το
πλείστο του εύθραυστου νησιωτικού χώρου, τον οποίο στοχοποίησαν εύλογα
και εν πρώτοις.
Προϊόντα
της συγχώνευσης των νόμων 3894/2010 και 4002/2011, τα εκτρωματικά
νομοθετήματα πρόβλεπαν την αδειοδότηση των περιώνυμων σύνθετων τουριστικών
καταλυμάτων - μονάδων ξενοδοχείων και τουριστικών κατοικιών πρωτόγνωρης κλίμακας
– κυριολεκτικά εν λευκώ,
- πέρα
από κάθε δέσμευση ως προς τον εθνικό και τον περιφερειακό χωρικό
σχεδιασμό, ή και το υποτιθέμενο θαλάσσιο χωροταξικό,
- εκτός
των τοπικών πολεοδομικών σχεδίων,
- σε
καταστρατήγηση των ισχυόντων πολεοδομικών κανόνων,
- σε
παράκαμψη της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και του καθεστώτος των προστατευόμενων
περιοχών, αιγιαλού και παραλίας,
- σε
πλήρη αδιαφορία για τη φέρουσα ικανότητα των τόπων δημιουργίας τους, σε
όλες τις διαστάσεις της - οικολογική, κοινωνική και οικονομική
και,
- αποκλειστικά
και μόνο βάσει της διακριτικής ευχέρειας μιας Επιτροπής λίγων
Υπουργών, με μόνο κριτήριο την πρόσβαση στο χώρο της επένδυσης μέσω αναγνωρισμένου
δρόμου, το οικονομικό ύψος της επένδυσης και τις προτεινόμενες θέσεις
εργασίας (sic !!!)
Θα
ήταν περιττό να αναφέρουμε την γενική κατακραυγή που ακολούθησε τις πρώτες σωρευτικές
αδειοδοτήσεις αυτών των καταστρεπτικών δήθεν «επενδύσεων» στην Ιο,
στη Φθιώτιδα, στην Κέρκυρα, στο Κάβο Σίδερο της Κρήτης,
στο Αμμουδαράκι της Μήλου ή και στην Ερμιονίδα, ως επί το πλείστο
εκ μέρους του οικολογικού χώρου. Δεν θα ήταν όπως περιττό να αναφερθούμε
στη βαθιά έκπληξη των όσων δοκίμασαν το δρόμο των πρώτων καταγγελιών και
διοικητικών προσφυγών, όταν βρέθηκαν μπροστά σε ένα συνονθύλευμα λειψών νομοθετημάτων,
ενίοτε φωτογραφικών, σε σκόπιμη απουσία μιας σοβαρής χερσαίας και
θαλάσσιας χωροταξίας, σε εξαϋλωμένους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ή
και σε «συμβιβασμένες» τοπικές διακυβερνήσεις, που έδιναν το ελευθέρας
στην άνετη εφαρμογή των οικοκτόνων ΕΣΧΑΣΕ και ΕΣΧΑΔΑ και
επέτρεπαν στην πολιτική - όλων των κυβερνήσεων - να ανάγει την
συστηματική καταστροφή της φυσικής και πολιτιστικής
κληρονομιάς σε σχεδόν καθημερινότητα. Και αν αυτό ισχύει 1 φορά για τους
διάφορους μαρτυρικούς φυσικούς τόπους της χώρας, ισχύει 10 φορές για
τον νησιωτικού μας χώρο, εμφατικής ιδιαιτερότητας που
χαρακτηρίζεται πλέον ως απειλούμενο περιβάλλον.
Προϋπόθεση για την σωτηρία και την αειφορία της νησιωτικής
μας κληρονομιάς η υιοθέτηση μιας εύρωστης και συνεκτικής νησιωτικής πολιτικής
1. Τι
σημαίνει «νησιωτικός χώρος»; Τι τον διακρίνει, ποια τα χαρακτηριστικά
του και ποια η σημασία του ;
2. Ποια
η διαφορά διαχείρισης ως προς άλλους άλλους «χώρους» όπως ο ηπειρωτικός,
ο ορεινός, ο πεδινός - έτσι για παράδειγμα - ή ακόμη και ο αστικός
ή και ο περιαστικός;
3. Ποια
η θεώρηση της πολιτικής για αυτόν ; Πως τον θεωρεί, τι αξία του
προσδίδει και πως τον διαχειρίζεται;