Για την Περιφέρεια της Κοινωνίας των Πολιτών, Για την περιφερειακότητα και τον περιφερισμό, Για τις πολιτικές της αειφορίας και της «Οικολογικής Μετάβασης» σε μία κοινωνία της βιώσιμης ευημερίας, Της συμμετοχικής δημοκρατίας και της δημοκρατίας του διαδικτύου, Της κυκλικής οικονομίας και της βιώσιμης ενεργειακής πολιτικής, Της προστασίας και της ανάδειξης του φυσικού κεφαλαίου, Της αγρο-οικολογίας, Της διαχείρισης των υδατικών πόρων, Της οικο-κίνησης, Της συνειδητοποίησης της αξίας του εδάφους και της αναγέννησης των οικιστικών συνόλων, Της οικολογικής ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών, Των περιβαλλοντικών ελέγχων, Των οικολογικών δικτύων, Της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, Της ουσιαστικής προστασίας των δικαιωμάτων των ζώων, Της πραγματικής οικονομίας, κυκλικής, κοινωνικής και συνδεδεμένης με τις χωρικές και τοπικές ρίζες του παραγωγικού συστήματος, της μεταστροφής του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης και της μικρής παραγωγικής αλυσίδας, οριοθετούμενης στο πεδίο των κοινωνικών και περιβαλλοντικών απαιτήσεων και αναγκών, Της διάχυσης των πολιτικών της «Οικολογικής Μετάβασης» σε όλους τους τομείς και όλα τα επίπεδα της πολιτικής της διακυβέρνησης, Για τον άνθρωπο και το περιβάλλον

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2021

Η ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ για την διευθέτηση του ρέματος Χελιδονούς


Εισήγηση «ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ» σχετικά με το 13ο Θέμα της Συνεδρίασης του Περιφερειακού συμβουλίου Αττικής, της 10ης Μαρτίου 2021, σχετικά με την «Γνωμοδότηση επί της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) στα πλαίσια της διαδικασίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την υλοποίηση του έργου: “Μελέτη οριοθέτησης και έργων διευθέτησης ρέματος Χελιδονούς»

Αποτελεί πιά θέσφατο ανά την Ευρώπη ότι η πεποίθηση της διαρκούς σύγκρουσης μεταξύ της προστασίας της φυσικότητας των «οδών του νερού» και του προβλήματος της υδραυλικής ασφάλειας δεν αποτελεί παρά ένα παρωχημένο ψευδοδίλλημα. Αυτή η διάχυτη πεποίθηση ενέπνευσε για δεκαετίες τις πολιτικές μείωσης των πλημμυρικών κινδύνων δίνοντας το «ευγενές» άλλοθι σε παρεμβάσεις καταστροφικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, με την οχετοποίηση των οδών του νερού και την επακόλουθη ολική εξαφάνιση της φύσης – της πανίδας, της χλωρίδας, της βιοποικιλότητας, του μικροκλίματος και της ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή - από την περιοχή των επεμβάσεων.

Από υδραυλικής σκοπιάς η πεποίθηση στηριζόταν στη διαπίστωση της αποτελεσματικής μείωσης του πλημμυρικού κινδύνου στο συγκεκριμένο σημείο της επέμβασης παραβλέποντας ότι ο πλημμυρικός κίνδυνος μεταφερόταν στην πραγματικότητα κατάντη. Έτσι, μετά από κάθε επέμβαση παρουσιάζονταν ως αναγκαίες και άλλες, ανάλογες, επεμβάσεις στις περιοχές κατάντη, τροφοδοτώντας ένα φαύλο κύκλο κολοσσιαίας κατανάλωσης πόρων, τραγικής καταστροφής του κλίματος και της φύσης και προοδευτικής αύξησης του πλημμυρικού κινδύνου σε ολοένα μεγαλύτερη έκταση που κατέληγε, εν τέλει, στο επίπεδο της υδρολογικής λεκάνης.

Το ψευτοδίλημμα μεταξύ της επιλογής της αναπόφευκτης οικολογικής καταστροφής που προκαλούν τα υδραυλικά έργα και της προτεραιότητας στην υπεράσπιση του υπέρτατου αγαθού της ανθρώπινης ζωής έχει εκλείψει οριστικά. Το μότο πλέον στην σύγχρονη Ευρώπη είναι «περισσότερη φύση για περισσότερη ασφάλεια». Κοινοτικές οδηγίες περί Υδάτων, Οδηγίες περί Βιοποικιλότητας, ή Οδηγίες περί Κλιματικής αλλαγής, έχει παγιώσει πλέον στο δόγμα ότι «η καλύτερη άμυνα από τις «οδούς του νερού» επιτυγχάνεται μέσω της υπεράσπισης των «οδών του νερού». Με λίγα λόγια, τη μοναδική μέθοδο επέμβασης σε θέση να ικανοποιήσει ταυτόχρονα τόσο την υδρολογική ασφάλεια όσο και την οικολογία των «οδών του νερού» αποτελεί η υδρολογική ρύθμιση σε επίπεδο υδρολογικής λεκάνης σε συνδυασμό με την υιοθέτηση των τεχνικών της φυσικής μηχανικής που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση της φυσικότητας των «οδών του νερού» ή στην επαναφυσικοποίηση της κατεστραμμένης δομής τους. Σημειώνουμε σε αυτό το σημείο, ενδεικτικά, ότι η «φυσική μηχανική» – ή «οικομηχανική» - αποτελεί το σύνολο των σύγχρονων οικολογικών τεχνικών που χρησιμοποιούν φυσική βλάστηση – ζωντανά φυτά - για την αντιμετώπιση των φαινόμενων της διάβρωσης και, επακολούθως, της σταθεροποίησης, της ενίσχυσης και της επαναφυσικοποίησης εδαφών, συχνά σε συνδυασμό με άλλα υλικά – ξύλο, άχυρο, πέτρες, συρματόπλεγμα, βιο-υφάσματα ή και γεωυφάσματα, κ.λ.π. Κάθε τύπος παρέμβασης, δίχως την χρήση φυσικής βλάστησης – πχ με κορμούς ή άλλα μέρη φυτικής βλάστησης – δεν μπορεί να θεωρηθεί ως έργο «φυσικής μηχανικής».

Από αυτή την άποψη, το «έργο» και η προτεινόμενη Μελέτη αποτελούν ξεκάθαρο προϊόν της παραπάνω παρωχημένης προσέγγισης στην αντιμετώπιση του πλημμυρικού κινδύνου και της υδρολογικής ασφάλειας, πέρα και έξω από κάθε οπτική περιβαλλοντικού χαρακτήρα. Η φύση αποτελεί εμπόδιο στην υδρολογική ασφάλεια και πρέπει, με κάθε τρόπο να εξαφανιστεί.

Η «ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ», σε συνεργασία με το Σωματείο «ΡΟΗ – Πολίτες υπέρ των Ρεμάτων» και την ομάδα της «ΓΕΩΜΥΘΙΚΗΣ», πραγματοποιήσαμε αυτοψία στην περιοχή αναφοράς της προτεινόμενης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, βιντεοσκοπήσαμε (βλ.βίντεο https://youtu.be/SlKPVpSv-FA ) και, κατόπιν τούτου, προσπαθήσαμε να αναλύσουμε την «Μελέτη».

Α. Η αυτοψία ανέδειξε ότι παρά την εμφανή διαχρονική βαριά κακοποίηση του ρέματος – διάχυτα απορρίμματα, διάσπαρτα «έργα» σκυροδέματος παρωχημένης ποιότητας, σημειακή διάβρωση των πρανών εξ’αιτίας πρόχειρων, καταστροφικών, παρεμβάσεων – η φυσική κατάσταση του ρέματος είναι εξαιρετική - με πλούσια βλάστηση, μεταξύ των οποίων και πλατάνια και πλούσια ορνιθοπανίδα - που θα μπορούσε να αποτελέσει μια θαυμάσια ευκαιρία επαναφυσικοποίησης με εύλογα οφέλη για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.

Β. Η ανάλυση της Μελέτης στάθηκε κυριολεκτικά απελπιστική.
1. Η «Μελέτη» υπογράφεται από μία Τοπογράφο, ένα Φιλόλογο και ένα Οικονομολόγο (sic !!!), δικαιολογώντας επάξια την απουσία οιασδήποτε ορθολογικής εκτίμησης επιπτώσεων περιβαλλοντικού χαρακτήρα – πανίδας, χλωρίδας, ατμόσφαιρας, θορύβου κ.λπ..
2. Η συγκριτική αντιπαράθεση της «Μελέτης» του ρέματος Χελιδονούς με άλλες «Μελέτες» ρεμάτων, απέδειξε ότι το 49% της «Μελέτης» είναι πιστή αντιγραφή ολόκληρων παραγράφων της «Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων» του ρέματος του Ποδονίφτη που, σημειωτέο, απορρίφθηκε πανηγυρικά από το Συμβούλιο της Επικράτειας, ως εάν τα χωρικά, τα περιβαλλοντικά και τα υδρολογικά χαρακτηριστικά των 2 ρεμάτων – η φυσιολογία τους δηλαδή - να είναι τα αυτά. Πέρα όμως από τις τυποποιημένες βιβλιογραφικές αναφορές που θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν κατά κάποιο τρόπο και πέρα από τη φωτογραφία (1) της σελίδας 45, με τον παραπλανητικό τίτλο «Ενδεικτικά το 2015, έντονα πλημμυρικά φαινόμενα που έπληξαν την Αττική τον μήνα Οκτώβριο είχαν σαν αποτέλεσμα τον εντοπισμό νεκρού άνδρα στο ρέμα της Χελιδονούς» που αφορά πλημμύρα σε εντελώς άλλη περιοχή, δεν είναι δυνατό τα προτείνονται και να απορρίπτονται και για τα 2 ρέματα οι αυτές εναλλακτικές λύσεις διότι τα εν λόγω ρέματα δεν έχουν την ίδια «φυσιολογία». Χαρακτηριστική περίπτωση της αντιγραφής αποτελεί η εκτίμηση περί των έργων διευθέτησης της σελίδας 166 της «Μελέτης» : την στιγμή που αναφέρεται ότι «το ρέμα της Χελιδονούς δεν χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος», η εκτίμηση των επιπτώσεων των έργων διευθέτησης είναι η αυτή της «Μελέτης» του Ποδονίφτη που, ως γνωστό, έχει χαρακτηριστεί «ως ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος» (sic !!!)


Ειδικότερα :

1. Η υπόψη «Μελέτη» αποτελεί μια ακόμα καταστρατήγηση της Οδηγίας 2007/60/ΕΕ για την Εκτίμηση και Διαχείριση του Πλημμυρικού Κινδύνου, αφού δεν εξετάζονται εναλλακτικές λύσεις - όχι μόνο ως προς τις τεχνικές λύσεις διευθέτησης που εξετάζονται στη «Μελέτη» - αλλά εναλλακτικές λύσεις για δράσεις στη λεκάνη απορροής με μέτρα για την κατακράτηση και διαχείριση της πλημμυρικής απορροής. Στα προτεινόμενα μέτρα του Σχεδίου Διαχείρισης των Κινδύνων Πλημμύρας υπάρχει μια ευρεία γκάμα μέτρων που εντάσσονται στα «μπλε και πράσινα μέτρα», τα οποία θεωρούνται ιδιαιτέρως αποτελεσματικά στη μείωση της πλημμυρικής αιχμής. Επομένως αντί η «Μελέτη» να προδιαγράψει και να αναλύσει μια τέτοια δέσμη μέτρων στη λεκάνη απορροής, η εφαρμογή των οποίων πιθανότατα θα είχε ως αποτέλεσμα να μην απαιτηθούν σκληρές λύσεις διευθέτησης όπως οι προτεινόμενες με αποτέλεσμα την οικολογική καταστροφή του ρέματος. Θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η σύνταξη masterplan στη λεκάνη απορροής ώστε να αξιολογηθούν όλα τα μέτρα χωρίς, πιθανόν, να απαιτηθούν σκληρά μέτρα διευθέτησης.
2. Αναφορικά με τα υπόγεια νερά. Η έξοδος της λεκάνης απορροής είναι στενή με αποτέλεσμα το πεδίο διήθησης από την επιφανειακή απορροή στους υπόγειους υδροφορείς να είναι πολύ περιορισμένο σε συνδυασμό και με τις αργιλο-ιλυώδεις αποθέσεις. Κατ’ αυτό τον τρόπο η απομόνωση της κοίτης του ρέματος μέσω της διευθέτησης θα μειώσει σημαντικά τις κατεισδύσεις.
3. Όπως προαναφέρθηκε, από την σκοπιά της αναγκαίας εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του «έργου», η «Μελέτη» κινείται μεταξύ ιλαρότητας και ολοσχερούς αδιαφορίας για την υποχρέωση εφαρμογής της επιστήμης, των Κοινοτικών Οδηγιών αλλά και του νόμου και όχι, όπως παραπλανητικά ισχυρίζεται ο μελετητής, ότι «η μελέτη εκπονήθηκε με βάση τις προδιαγραφές του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου περιβαλλοντικής αδειοδότησης υδραυλικών έργων, αναφορικά με την προστασία της αυτοφυούς χλωρίδας και άγριας πανίδας, την διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις».
α. Η χλωρίδα του ρέματος δεν διερευνάται και δεν καταγράφεται πλην της αναφοράς ενός αόριστου και αδιευκρίνιστου συνόλου καλαμιώνων και πλατάνων. Θεωρείται de facto και κατά το μεγαλύτερο ποσοστό υποβαθμισμένη, δίχως ιδιαίτερη οικολογική αξία, θεωρείται προς ολική αποψίλωση για την κατασκευή του «έργου» και αντικαταστάσιμη από αόριστες δενδροφυτεύσεις κατά μήκος του οχετοποιημένου ρέματος ως εάν μία εύρωστη, υδρόφιλη, βιοποικιλότητα να ισούται σε περιβαλλοντική αξία με την όποια σειρά δένδρων.
β. Η πανίδα του ρέματος επίσης δεν διερευνάται και δεν καταγράφεται, αλλά περιγράφεται αόριστα ως «μικρή βιοποικιλότητα». Απλά, ο συντάκτης θεωρεί λογικό ότι η όποια, άγνωστη, πανίδα του ρέματος θα αναγκαστεί να μετακινηθεί μετά την οχετοποίηση του ρέματος σε παραπλήσιες περιοχές ή, εάν δεν έχει ικανότητα να απομακρυνθεί θα δεχθεί τις επιπτώσεις του «έργου» οι οποίες όμως θεωρούνται ασθενείς και έχουν τοπικό χαρακτήρα (sic !!!)
γ. Το βαθιά αντιεπιστημονικό της «Μελέτης» αναδεικνύεται σε όλο της το μεγαλείο όταν ο συντάκτης προσπαθεί να εξισώσει την ολική απάλειψη της χλωρίδας και της πανίδας του ρέματος, μετά την οχετοποίηση του, με τα αντιπλημμυρικά οφέλη που θα προκύψουν, λες και δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις που διασφαλίζουν αμφότερα : «Δεν αναμένονται σημαντικές περαιτέρω επιπτώσεις στα χερσαία οικοσυστήματα, στη βλάστηση και στην πανίδα της περιοχής κατά τη φάση λειτουργίας του έργου, πέραν αυτών που αναφέρθηκαν για τη φάση κατασκευής (δηλαδή η ολική της απάλειψη) Αντίθετα, η υλοποίηση του έργου αναμένεται να επιδράσει θετικά την περιοχή δεδομένου ότι θα προκαλέσει ανάσχεση των πλημμυρών και ως εκ τούτου των καταστροφών που προκαλούνται.»
δ. Η απουσία μιας κατ’ουσία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου, που θεμελιώνεται στην παράλειψη της διερεύνησης και της καταγραφής της χλωρίδας και της πανίδας του ρέματος και κορυφώνεται στην πρόταση της ολικής απάλειψης της και της αντικατάστασης της από τα σκληρά τεχνικά υλικά της οχετοποίησης, προβάλλεται εύγλωττα και στα λοιπά στοιχεία της «Μελέτης» :
- Η διαβεβαίωση του συντάκτη ότι «Το προτεινόμενο έργο δεν αναμένεται σε καμία περίπτωση να έχει επιπτώσεις σε οποιαδήποτε κλιματολογική παράμετρο όπως είναι η θερμοκρασία, η βροχόπτωση, η χαλαζόπτωση, η χιονόπτωση ή η υγρασία στην περιοχή ανάπτυξης του έργου» είναι οφθαλμοφανώς ανυπόστατη. Η ολική απάλειψη του φυσικού κεφαλαίου του ρέματος και η αντικατάσταση του με σκληρά, τεχνικά, υλικά, θα επιφέρει μετά βεβαιότητας δραματικές αλλαγές στο μικροκλίμα της περιοχής. Τον βασικό παράγοντα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, κατά την Ε.Ε., αποτελεί η προστασία της βιοποικιλότητας και η δραματική της απάλειψη - όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση του ρέματος Χελιδονούς – θα επιφέρει ακριβώς το αντίθετο.
- Η διαβεβαίωση του συντάκτη ότι «Το προτεινόμενο έργο δεν αναμένεται να προξενήσει, λόγω της φύσης του, αλλαγές ακουστικό περιβάλλον της περιοχής και ως εκ τούτου δεν προτείνονται επανορθωτικά μέτρα» είναι εξόφθαλμα παραπλανητική αλλά και απόλυτα συνεπής με τις παραδοχές του. Η ολική απάλειψη του φυσικού κεφαλαίου του ρέματος θα στερήσει μετά βεβαιότητας από το περιβάλλον της περιοχής όλων εκείνων των ακουστικών ερεθισμάτων – πανίδας και χλωρίδας - που συμβάλλουν στην ποιότητα ζωής. Το τσιμέντο δεν κελαηδάει με λίγα λόγια.
- Η διαβεβαίωση του συντάκτη ότι «Κατά τη φάση λειτουργίας του έργου οι επιπτώσεις στα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά της περιοχής θα είναι σημαντικές» είναι ορθή. Η οχετοποίηση του ρέματος με την πλήρη απάλειψη του φυσικού του κεφαλαίου και την αντικατάσταση του με τα γνωστά σκληρά, τεχνικά, υλικά θα συμβάλλει σίγουρα στην δημιουργία ακόμη μιας περιοχής με την γνωστή, θλιβερή υποβάθμιση. Η καταστροφή της φύσης δεν συνάδει με την όποια «ανάπτυξη».
- Η διαβεβαίωση του συντάκτη τόσο ως προς την συμβατότητα του έργου τόσο με το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας / Αττικής, όσο και με τις προδιαγραφές του Π.Δ. καθορισμού της ζώνης προστασίας του Κηφισού και των παραχειμάρρων του, είναι ανυπόστατη. Το μεν Ρυθμιστικό θέτει ως βασικό στόχο του άξονα πολιτικής για την προστασία και αναβάθμιση του περιβάλλοντος «την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, πρωτίστως μέσω της μείωσης των περιβαλλοντικών πιέσεων, της δημιουργίας μιας συνεκτικής οικολογικής υποδομής και της πρόληψης και διαχείρισης των φυσικών, περιβαλλοντικών και τεχνολογικών κινδύνων και καταστροφών», το δε Π.Δ. επιτρέπει στην περιοχή του ρέματος αποκλειστικά και μόνο «κατασκευή έργων προστατευτικής και περιβαλλοντικής διευθέτησης του ρέματος», γεγονότα που καθιστούν το «έργο», αντικείμενο της «Μελέτης», de facto ασυμβίβαστο.

«Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ρέμα Χελιδονούς», συνοψίζει η «Μελέτη», «είναι ότι η διατομή της υφιστάμενης κοίτης έχει περιοριστεί από απόθεση φερτών υλών, ανάπτυξη θαμνώδους βλάστησης και κατασκευή έργων διευθέτησης της κοίτης περιορισμένης έκτασης, με αποτέλεσμα τα γνωστά αποτελέσματα υποψίας πλημμυρικού κινδύνου». Ας καθαριστεί επιμελώς λοιπόν και ας διευθετηθεί με χρήση των εργαλείων της φυσικής μηχανικής. Έτσι ώστε παράλληλα με την προστασία της ανθρώπινης ζωής – που επικαλείται εμφατικά ο συντάκτης της «Μελέτης» - να προστατευθεί και το περιβάλλον που αποτελεί το ίδιο υποχρέωση της Πολιτείας και θεμελιώδη προδιαγραφή του Συντάγματος

Η «ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ» ψηφίζει «ΚΑΤΑ» και προτείνει την απόσυρση της «Μελέτης».